Μιχάλης Στρατάκης: Για ν’ αδειάσω το μπουκάλι τση ζωής μου, πρέπει να πίνω σταλιά σταλιά και τα καλά της και τα κακά της

Παρασκευή, 31 Μαρτίου 2023

Καμιά φορά, που λες, μια κουβέντα ενούς αθρώπου, φτάνει και περισσεύει για να σε κάμει ν’ αλλάξεις συνήθειες και γνώμες μιας ζωής.
Στο κονάκι ενούς τέθιου αθρώπου βρέθηκα, ανταποκρινόμενος στο κάλεσμα του «πάμε στο σπίτι να πιούμε μια, μα ετσά μοσχάτη ρακή σάικα δεν έχεις ματαπιεί ποτές σου».
Με το που εκάτσαμε ‘πο κάτω από τη μουρνιά στην αυλή του, εντάκαρε να κουβαλεί του Αβραάμ και του Ισαάκ τα καλά στο τραπέζι.
Μέχρι και ασκορδουλάκους έφερε, απού ‘χα χρόνους να γευτώ.
Έφερε κι ένα μισοκαδιάρικο μπουκάλι ρακή και το βρόντηξε στην τάβλα.
«Εδά που θα πιείς, πε μου άμα έχεις ξαναπιωμένη ετσά ρακή» μου ‘πε κι έκατσε.
Έπιασε το μπουκάλι και έβαλε στα ρακοπότηρα, μα ίντα να σασε πω, μήτε μισό δαχτύλι ρακή!
Πρώτη μου φορά εθώρουνα ετσά λοής τσιγκούνικο κέρασμα.
Μα από την άλλη, εθώρουνα τους μεζέδες κι έλεγα από μέσα μου «μπα, τσιγκούνης δεν είναι».
Ετσουγκρίσαμε τα ποτήρια, «καλώς εσμίξαμε κουμπάρε» μου ‘πε, «πάντα με το καλό να σμίγουμε κουμπάρε» του ‘πα και πάει η πρώτη. Ονειρεμένη ρακή από τ’ αμπέλια του Πρινιά.
Έπιασα κι εγώ το μπουκάλι να κεράσω κι έβαλα στα ποτήρια ετόσηνα ρακή, όση ήμουνε συνηθισμένος να βάνω. Ίσαμε πάνω, για να μπορεί στι πιώμα να βρεί η κορφή τον πάτο.
«Λίγη λίγη βάνε τη ρακή κουμπάρε» μου ‘πε.
Εμάργωσα, σε δύσκολη θέση εβρέθηκα, γιατί μια ολιά προσβλητική άκουσα την κουβέντα του.
Εκατάλαβε το κι έβαλε τα γέλια, μα πράμα δε μου ‘πε.
Σαν ήρθε η ώρα να ξανακεράσει, ντάκα το ίδιο, μισό δαχτύλι ρακή έβαλε στα ποτήρια.
Δεν άντεξα.
«Συμπάθα με, κουμπάρε, μα πε μου γιάντα βάνεις ετόση να λίγη ρακή στα ποτήρια;» τονε ρώτηξα.
Έπιασε το μπουκάλι και μου απάντησε:
«Για να τ’ αδειάσομε, κουμπάρε»!
Αστροπελέκι έπεσε στο νου μου η κουβέντα του και φώτισε το σκοτίδι μου.
Εκατάλαβα πως χίλια δίκια είχε κι όλου του κόσμου η σοφία κρυβότανε στα λόγια του.
Για ν’ αδειάσεις το μπουκάλι, πρέπει να τηνε πίνεις σταλιά σταλιά.
Και τ’ αδειάσαμε το μπουκάλι κι έβαλε και στο μηχάνημα ν’ ακούμε Σκορδαλό ν’ αναντρανίζει η ψυχή μας κι εγώ ευτυχισμένος αιστανόμουνα που είχα μάθει ακόμη μια ακάτεχη μεγάλη αλήθεια.
Για ν’ αδειάσω το μπουκάλι τση ζωής μου, πρέπει να πίνω σταλιά σταλιά και τα καλά της και τα κακά της.
Σταλιά σταλιά, γιατί μαζωμένα, σκοτώνουνε το ίδιο και τα δυό.