6 Δεκεμβρίου, 2024

Μνημεία και Αρχαιολογικοί χώροι του νομού Χανίων

0

Επιμέλεια: Σάββας Σεληθωμάς

Σάββατο, 27 Μαΐου 2023

ΜΝΗΜΕΙΑ & ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΧΑΝΙΩΝ

Οι ιστορικές περιπέτειες του νησιού, οι καταστροφικοί σεισμοί της αρχαιότητας και οι αλλεπάλληλες οικοδομήσεις των κατοπινών αιώνων δεν έχουν αφήσει μεγάλα ή εντυπωσιακά, για τον μη μυημένο επισκέπτη, μνημεία στην Δυτική Κρήτη. Παρόλα αυτά σε πολλές θέσεις βρίσκονται ακόμη απομεινάρια του παρελθόντος, ενώ σε άλλες η ανασκαφική έρευνα συνεχίζεται. Οι πιο σημαντικές θέσεις αρχαιολογικού ενδιαφέροντος είναι:

  • Η αρχαία Κυδωνία, στην θέση της σημερινής πόλης των Χανίων. Πρόκειται για μινωϊκή πόλη η οποία παρέμεινε σημαντική μέχρι και τα ελληνιστικά χρόνια. Η πόλη φαίνεται να ιδρύθηκε την 4η χιλιετία π.Χ. και πέρασε διάφορες φάσεις καταστροφής και ανοικοδόμησης μέχρι και την Ύστερη Αρχαιότητα. Η ανάπτυξη της μεσαιωνικής πόλης των Χανίων (Παλιά Πόλη) έχει καλύψει τα περισσότερα ίχνη της, με μόνα αξιόλογα λείψανα στην θέση του παραλιακού λόφου Καστέλλι.
  • Η αρχαία Φαλάσαρνα (Κόρυκος) στο δυτικό άκρο του ακρωτηρίου της Γραμβούσας. Σημαντικό λιμάνι των ελληνιστικών χρόνων, με ζωή που ξεκινά στα αρχαϊκά χρόνια και λήγει το 69 π.Χ., όταν καταστράφηκε από τους Ρωμαίους, εποχή που ήταν πειρατικό ορμητήριο.


  • 15 χλμ ανατολικά των Χανίων βρίσκεται η αρχαία Απτέρα. Σπουδαία πόλη-κράτος της Κρήτης, ιδρυμένη την Εποχή του Χαλκού και με ζωή τουλάχιστον δύο χιλιετιών. Στον εκτεταμένο αρχαιολογικό της χώρο ξεχωρίζουν τα λείψανα των τειχών της, το αρχαίο της θέατρο και ένα τουρκικό φρούριο
  • Στην έξοδο του φαραγγιού της Σαμαριάς, στα ‘δωρικά’ Σφακιά, βρίσκονται τα λείψανα της μικρής δωρικής πόλης Τάρρας. Αγαπημένου καταφυγίου του Απόλλωνα και σημαντικού δωρικού θρησκευτικού κέντρου. Τα λείψανα της κάποτε ονομαστής πόλης στέκουν ρομαντικά απομεινάρια στο άγριας ομορφιάς φυσικό τοπίο.


  • Στα δυτικά της Σούγιας βρίσκονται τα απομεινάρια της αρχαίας Λισού. Γνωστό θρησκευτικό κέντρο των ελληνιστικών χρόνων, που παρέμεινε σαν περιφερειακό θρησκευτικό κέντρο και τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες. Μία ακόμη αρχαιολογική θέση του Νότου της Κρήτης που δεν διακρίνεται για το μεγαλείο, αλλά για την γραφική ομορφιά των λειψάνων της και την ρομαντική αίσθηση της εγκατάλειψης.


  • Πολλά μεμονωμένα προϊστορικά μνημεία έχουν εντοπιστεί στον Νομό, όπως: οι θολωτοί τάφοι στον Στύλο (20 χλμ Ανατολικά των Χανίων), στην Φυλακή (50 χλμ ΝΑ των Χανίων) και στο Μάλεμε, καθώς και η μινωϊκή έπαυλη στον Νεροκούρο, έξω από τα Χανιά.

Ενετικά κάστρα

  • Το πιο γνωστό κάστρο του Νομού και της Νότιας Κρήτης είναι το Φραγκοκάστελλο. Βενετσιάνικο παράλιο φρούριο του 14ου αι. στα Σφακιά, συνδεδεμένο με την ιστορία των συνεχών εξεγέρσεων των Κρητών και ντυμένο με θρύλους. Παραμένει πάνω στην αμμουδιά σημαντικό αξιοθέατο των επισκεπτών των Σφακίων.


  • Το φημισμένο κάστρο της Γραμβούσας υψώνεται στο ακρότατο ΒΔ σημείο της Κρήτης. Εντυπωσιακό κι απομονωμένο μνημείο που ατενίζει το ανοιχτό πέλαγος. Ένα πολύ ιδιαίτερο σημείο του νησιού.


  • Στην πόλη των Χανίων, εκεί που σήμερα είναι το Ναυτικό Μουσείο, βρίσκεται το φρούριο Φιρκά, ή Revellino del Porto, οχυρό που προστάτευε την είσοδο του λιμανιού. Εδώ υψώθηκε η ελληνική σημαία την μέρα της επίσημης ένωσης του νησιού με την Ελλάδα (1 Δεκεμβρίου 1913).

Χανιά – Αρχαιολογικοί Χώροι

Αρχαία Απτέρα

Αρχαίος Οικισμός Κυλίντρα

Ο αρχαίος οικισμός της Κυλίντρας, βρίσκεται κοντά στο γραφικό χωριό του Σαμωνά, της επαρχίας του Αποκορώνου στα Χανιά της Κρήτης.

Ακολουθώντας το δρόμο που οδηγεί προς την αιωνόβια «μνημειακή» Ελιά του Σαμωνά, συναντά κανείς τα ίχνη του αρχαίου οικισμού της Κυλίντρας.

Αν και σήμερα δεν σώζονται πολλά, κατά την αρχαιότητα υπήρξε στην περιοχή μυκηναϊκή ακρόπολη.

Όπως διαπιστώθηκε από τα ευρήματα των ανασκαφών, τα περισσότερα εκ των οποίων συγκεντρώνονται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανιών, στην περιοχή άνθησε ο μινωικός πολιτισμός, μέχρι που, για άγνωστους λόγους, ο οικισμός της Κυλίντρας εγκαταλείφτηκε.

Στην περιοχή έχουν βρεθεί πιθάρια της νεοανακτορικής περιόδου.

Αξίζει να επισκεφτεί κανείς το σπήλαιο του Σαμωνά που βρίσκεται κοντά στον αρχαίο οικισμό της Κυλίντρας.

Υρτακίνα

Κοντά στο χωριό Τεμένια Σελίνου βρίσκεται η αρχαία πόλη Υρτακίνα, κτισμένη σε υψόμετρο 900 μέτρων από τη θάλασσα. Υπήρξε μια ισχυρή ανεξάρτητη δύναμη που γνώρισε μεγάλη ακμή κατά την περίοδο των ελληνιστικών χρόνων, ενώ παρήκμασε στα χρόνια της Ρωμαιοκρατίας.

Στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ. η Υρτακίνα μαζί με τη Λισσό έθεσε τις βάσεις για τη σύσταση της Ομοσπονδίας των Ορείων, όταν, μαζί με τις πόλεις Έλυρος, Ποικιλασσός και Τάρρα, δημιούργησαν κοινή νομισματική πολιτική και αντιμετώπισαν από κοινού την εσωτερική και εξωτερική πολιτική της Κρήτης για μεγάλο χρονικό διάστημα, διατηρώντας παράλληλα και την αυτονομία τους.

Στην Υρτακίνα σώζονται τα ερείπια διπλού οχυρωματικού τείχους, που περιέβαλλε την πόλη, μέσα στο οποία βλέπει κανείς και τα απομεινάρια των κτηρίων της πόλης. Έχει εντοπιστεί τμήμα του δρόμου που συνέδεε την Υρτακίνα με τη Λισσό, ο οποίος με σκαλοπάτια οδηγεί στη νότια είσοδο της ακρόπολης.

Στην περιοχή ανασκάφηκε υπαίθριο ιερό, αφιερωμένο στο θεό Πάνα. Το ιερό χρονολογείται από τα ελληνιστικά χρόνια μέχρι τον 1ο αι. π.Χ.. Στην Υρτακίνα λατρευόταν και η Δήμητρα, ενώ σε επιγραφή αναφέρεται και ναός της Ήρας.

Τάρρα

Η Τάρρα ήταν αρχαία πόλη της δυτικής Κρήτης, κοντά στο στόμιο του φαραγγιού της Σαμαριάς, στη θέση του σημερινού οικισμού της Αγίας Ρούμελης.

Ιδρύθηκε πιθανότατα στους κλασικούς χρόνους και υπήρξε σημαντικό θρησκευτικό κέντρο των Δωριέων, με πολλούς ναούς, πλούσια αναθήματα και με κύρια λατρεία του Απόλλωνα Ταρραίου. Άκμασε κυρίως κατά την Ελληνορωμαϊκή περίοδο.

Αν και μικρή, η Τάρρα ήταν ανεξάρτητη, αφού είχε δικά της νομίσματα: από τη μια πλευρά είχαν κεφαλή κρητικού αίγαγρου και βέλος και από την άλλη μια μέλισσα, πιθανόν ενδείξεις για τις απασχολήσεις των κατοίκων της. Η Τάρρα διέθετε ισχυρή οχύρωση, τμήματα της οποία έχουν διασωθεί. Στη δυτική πλευρά της κοίτης του χειμάρρου που διασχίζει τη Σαμαριά, σώζονται τα ερείπια αρχαίου ναού, πιθανώς του Απόλλωνα, που μετατράπηκε σε μικρό ναό της Παναγίας.

Η Τάρρα θεωρείται ότι είχε σπουδαία εργαστήρια υαλουργίας, αλλά οι έρευνες δεν έχουν ακόμη επιβεβαιώσει κάτι τέτοιο.

Τα ευρήματα από την αρχαία πόλη της Τάρρας εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων.

Πρωτομινωϊκός Τάφος Νέων Ρουμάτων

Ο Πρωτομινωικός τάφος Νέων Ρουμάτων είναι ένας από τους σημαντικότερους της Κρήτης και ανακαλύφθηκε τυχαία το 1980 στην κοιλάδα των Νέων Ρουμάτων των Χανιών. Βρίσκεται στην τοποθεσία «Πεύκος», πολύ κοντά στον επαρχιακό δρόμο που συνδέει τα Χανιά με τη Σούγια.

Οι διαστάσεις του Πρωτομινωικού τάφου Νέων Ρουμάτων είναι μικρές και είναι  θολωτός. Έχει κατασκευαστεί με ποταμίσιες πέτρες και ο νεκρός, στον οποίο ανήκε, είχε τοποθετηθεί σε συνεσταλμένη στάση, ενώ βρέθηκαν και δύο αγγεία ως κτερίσματα. Πρόκειται για ένα αρκετά καινοτόμο στοιχείο στην πρωτομινωική ταφική αρχιτεκτονική, αφού μέχρι σήμερα όλοι οι γνωστοί τάφοι στην Κρήτη είναι μεγαλύτερων διαστάσεων.

Γύρω από τον Πρωτομινωικό τάφο Νέων Ρουμάτων, βρέθηκαν διάσπαρτες πέτρες και λίγα όστρακα ανάμεσά τους.

Ένας δεύτερος θολωτός τάφος όμοιας κατασκευής, αλλά ακόμα μικρότερων διαστάσεων από τον Πρωτομινωικό τάφο Νέων Ρουμάτων, έχει ανασκαφεί σε άλλη θέση στην ίδια περιοχή, ενώ ίχνη πρωτομινωικών εγκαταστάσεων έχουν εντοπισθεί σε διάφορα υψώματα γύρω από την κοιλάδα των Νέων Ρουμάτων παρουσιάζοντας με τη σειρά τους ιδιαίτερο αρχαιολογικό ενδιαφέρον.

Πρωτομινωικός οικισμός Καστελλιού

Ο Πρωτομινωικός οικισμός Καστελλίου είναι ο σημαντικότερος οικισμός της περιόδου που έχει αποκαλυφθεί σε ολόκληρη την Κρήτη. Κέντρο του πρωτομινωικού οικισμού Καστελλίου ήταν ο ομώνυμος λόφος (Καστέλλι), όπου οι αρχαιολογικές ανασκαφές έχουν φέρει στο φως μεγάλα σπίτια με καλοχτισμένα δωμάτια, φροντισμένα δάπεδα με κυκλικά κοιλώματα – εστίες, τοίχοι επιχρισμένοι με βαθύ κόκκινο κονίαμα, κανονικά θυρώματα και κεραμικά προϊόντα εξαιρετικής ποιότητας.

Όλα τα ευρήματα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο πρωτομινωικός οικισμός Καστελλίου αναπτύχθηκε σε εμπορικό κέντρο, με κινητήριο δύναμη τα αγροτικά προϊόντα του γειτονικού κάμπου των Χανίων και την αλιεία.

Η ευρύτερη περιοχή κατοικήθηκε από την 3η χιλιετία π.Χ. έως σήμερα αδιάκοπα, γεγονός που δυσκολεύει την αρχαιολογική έρευνα, καθώς συνεχή οικοδομήματα κατέστρεψαν τμήματα του πρωτομινωικός οικισμού Καστελλίου.

Εκτός από τον πρωτομινωικό οικισμό Καστελλίου, από την Δημοτική Αγορά της πόλης και ανατολικότερα, μπορεί ο επισκέπτης να δει τους αρχαιολογικούς χώρους του μινωικού πολιτισμού που έχουν αναδειχθεί στα Χανιά.

Μινωική Έπαυλη Νεροκούρου

Η μινωική έπαυλη Νεροκούρου αποτελείται ουσιαστικά από τα απομεινάρια ενός κτίσματος που χαρακτηρίζεται ως μινωική έπαυλη και που έχουν βρεθεί κοντά στο χωριό Νεροκούρος, λίγο έξω από την πόλη των Χανίων. Χρονολογούνται στα 1700-1450 π.Χ. και ακολουθούν τα ανακτορικά πρότυπα του μινωικού πολιτισμού.

Η μινωική έπαυλη Νεροκούρου διέθετε πλακόστρωτα δάπεδα, πολύθυρο και όροφο. Κατά τις ανασκαφές βρέθηκαν σε αυτό αρκετά χάλκινα αντικείμενα που υποδηλώνουν κάποια πιθανή δραστηριότητα επεξεργασίας χαλκού (εργαστήρια) στην περιοχή. Βρέθηκαν επίσης πολλά κεραμικά αντικείμενα.

Μια δεύτερη, λιγότερο εντυπωσιακή οικία βρέθηκε 300 μέτρα ανατολικότερα της μινωικής έπαυλης Νεροκούρου, με δύο αποθηκευτικούς χώρους και πλακόστρωτο δάπεδο. Απ’ ότι φαίνεται στην περιοχή υπήρχε εκτεταμένος οικισμός , συγκροτημένος κατά γειτονιές.

Μέσα στον αρχαιολογικό χώρο έχουν βρεθεί αρκετά αντικείμενα τα οποία σήμερα φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων.

Στον κάμπο του χωριού, εκτός από την μινωική έπαυλη Νεροκούρου, έχουν βρεθεί κατά καιρούς πολλές αρχαιότητες που φανερώνουν ότι η περιοχή κατοικήθηκε από την αρχή των μινωικών έως και τα χριστιανικά χρόνια.

Θολωτός Τάφος Φυλακής

O θολωτός τάφος Φυλακής βρίσκεται στην πλαγιά ενός λόφου, στην τοποθεσία «Της τρύπας τ’ αρμί», σε απόσταση 1 χλμ. βορειοδυτικά του χωριού Φυλακή των Χανίων. Χρονολογείται στην Υστερομινωική περίοδο (14ος – 13ος αι. π.Χ) και ανασκάφτηκε το 1981.

Ένας μακρύς και στενός κατηφορικός δρόμος οδηγεί σε τετράγωνο θάλαμο, πάνω στον οποίο στηρίζεται πυραμιδοειδής στέγη. Ο θολωτός τάφος Φυλακής είναι λαξευμένος στον ασβεστόλιθο και ο θάλαμος του είναι κατασκευασμένος από καλοδουλεμένες ορθογώνιες πέτρες.

Από τον θολωτό τάφο Φυλακής λείπουν μόνο λίγες πέτρες της κορυφής του, απ’ όπου έγινε σύληση σε άγνωστο χρόνο, ενώ έχει καταστραφεί και το φράγμα της εισόδου.

Ο ακριβής αριθμός των νεκρών του θολωτού τάφου Φυλακής δεν είναι γνωστός, παρόλο που υπολείμματα οστών βρέθηκαν διασκορπισμένα παντού. Ξεχωρίζουν πάντως τα οστά τουλάχιστον ενός ενήλικα και ενός παιδιού. Ίχνη πυράς μαζί με καμένα οστά βοοειδούς, πιθανόν να σημαίνουν ότι στο χώρο είχε τελεστεί θυσία ζώου.

Θολωτός Τάφος Στύλου

Ο θολωτός τάφος του Στύλου που χρονολογείται περίπου στα 1390-1190 π.Χ βρίσκεται  στο δυτικότερο τμήμα του λόφου Αζοϊρές, νότια της Απτέρας και ανατολικά του επαρχιακού δρόμου που οδηγεί στο χωριό Στύλος Αποκορώνου. Ο θολωτός τάφος του Στύλου ήταν μνημειακός τάφος τοπάρχη της περιοχής, με κυκλικό, λιθόκτιστο θάλαμο και μακρύ, κτιστό δρόμο.

Στο τρίγωνο, πάνω από το υπέρθυρο της εισόδου του θολωτού τάφου του Στύλου, βρέθηκαν 12 κύπελλα της ελληνιστικής περιόδου, στοιχείο που δηλώνει την τέλεση εναγισμών εκεί. Ανάλογα αγγεία ελληνιστικών χρόνων βρέθηκαν και στο δρόμο.

Ο θολωτός τάφος του Στύλου κατέστη επισκέψιμος το 1970 όταν ερευνήθηκε ο λιθόκτιστος δρόμος του, μήκους 20,80 μέτρων και αφαιρέθηκε το σωζόμενο τμήμα του φράγματος της εισόδου.

Την ίδια χρονιά ανακαλύφθηκε στη νοτιοανατολική πλευρά του λόφου Αζοϊρές, τμήμα σημαντικού μινωικού οικισμού. Ο οικισμός, στον οποίο φαίνεται ότι ανήκει και ο θολωτός τάφος του Στύλου, συνδέεται ίσως με την αρχαία Άπτερα της μινωικής περιόδου.

Θολωτός Τάφος Μάλεμε

Στη θέση «Καύκαλα», κοντά στο Μάλεμε και 17 χιλιόμετρα περίπου από τα Χανιά βρίσκεται ένα από τους πιο καλά διατηρημένους μινωικούς τάφους της Κρήτης, ο θολωτός τάφος του Μάλεμε.

Το κτίσμα ανήκει στην δεύτερη υστερομινωική περίοδο και ήρθε τυχαία στην επιφάνεια  στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Το 1943-44 οι βομβαρδισμοί προκάλεσαν σημαντική κατάρρευση της στέγης και επίχωση του θαλάμου του θολωτού τάφου του Μάλεμε, με αποτέλεσμα να χρειαστούν αναστηλωτικές εργασίες που ξεκίνησαν το 1970 και έδωσαν στο μνημείο την μορφή που έχει σήμερα.

Ο ταφικός θάλαμος στον θολωτό τάφο του Μάλεμε, είναι προσεκτικά κτισμένος από ογκόλιθους πωρολίθου και με συνολικό ύψος γύρω στα 4 μέτρα. Έχει τετράγωνη κάτοψη και φαίνεται ότι κατέληγε σε πυραμιδοειδή στέγη.

Ο επισκέπτης του θολωτού τάφου του Μάλεμε πρέπει να περάσει από ένα σύντομο μονοπάτι, που ξεκινά από το δρόμο, καθώς είναι «κρυμμένος» στους ελαιώνες. Μετά το μονοπάτι ξεκινά ο διάδρομος που οδηγεί στην πύλη του τάφου.

Η επιβλητική πύλη με 4 μέτρα ύψος, καταλήγει με τη σειρά της μέσα από τον διάδρομο του μνημείου με τους χτιστούς τοίχους, στην εντυπωσιακή θολωτή «αίθουσα του νεκρού».

Ο θολωτός Τάφος του Μάλεμε βρίσκεται πολύ κοντά στο ιστορικό πεδίο της Μάχης του Μάλεμε και το Γερμανικό Νεκροταφείο.

Έλυρος

Η αρχαία πόλη Έλυρος βρίσκεται στη νοτιοδυτική Κρήτη κοντά στο χωριό Ροδοβάνι, κτισμένη πάνω στον λόφο Κεφάλα. Μια επιγραφή που λέει «Έδοξε τη πόλει των Ελυρίων» ανακαλύφθηκε εδώ και επιβεβαίωσε τις υποθέσεις των αρχαιολόγων πως όντως πρόκειται για την αρχαία Έλυρο.

Κατά την κλασσική περίοδο η Έλυρος αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα αστικά κέντρα της Κρήτης, με πληθυσμό που έφτανε τις 16.000 κατοίκους, με βιοτεχνική παραγωγή, παραγωγή όπλων και δικό της νόμισμα.

Κατά την ελληνιστική περίοδο, οπότε και βρισκόταν σε πόλεμο με την Κυδωνία, η αυτόνομη αυτή πόλη ήταν μέλος της «Ομοσπονδίας των Ορείων», μαζί με τις πόλεις Υρτακίνα, Λισσό, Ποικιλασσό και Τάρρα. Η Έλυρος αποτέλεσε σημαντικό κέντρο και κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο. Σήμερα μπορεί κανείς να δει το άγαλμα του «Φιλοσόφου της Ελύρου» της περιόδου αυτής, στο Αρχαιολογικό Μουσείο των Χανίων.

Η Έλυρος συνέχισε τη δραστηριότητά της στην Α’ Βυζαντινή περίοδο, οπότε και έγινε έδρα Επισκοπής, ώσπου καταστράφηκε από τους Σαρακηνούς πειρατές και εγκαταλείφθηκε.

Αρχαία Φαλάσαρνα

Η αρχαία Φαλάσαρνα, που το όνομά της προέρχεται από την ηρωίδα-νύμφη Φαλασάρνη,  βρίσκεται στο ακρωτήρι της Γραμβούσας, στη δυτική πλευρά της Κρήτης, δίπλα στην ομώνυμη, διάσημη παραλία. Στην αρχαιότητα ονομαζόταν Κόρυκος και περιλάμβανε την ακρόπολη και το λιμάνι της πόλης. Ήταν σύμμαχος της Κυδωνίας, ενώ με την Πολυρρήνια βρέθηκε σε πόλεμο για περισσότερα από εκατό χρόνια.

Η αρχαία Φαλάσαρνα (ή τα Φαλάσαρνα) παρουσίαζε ιδιαίτερη εμπορική ανάπτυξη τον 3ο και 4ο αιώνα π.Χ., οπότε και αποτελούσε ένα από τα σημαντικότερα λιμάνια της Κρήτης και είχε το δικό της νόμισμα. Η πειρατική της δράση έφερε τη ρήξη με τους Ρωμαίους οι οποίοι ήθελαν να μειώσουν τα πειρατικά κέντρα γύρω από την Κρήτη, με αποτέλεσμα την καταστροφή της πόλης το 69 π.Χ..

Η αρχαία Φαλάσαρνα δεν επανήλθε ποτέ, πιθανότατα και λόγω της ανόδου της στάθμης της θάλασσας.

Η αρχαία Φαλάσαρνα εξερευνήθηκε το 19ο αιώνα από Άγγλους περιηγητές οι οποίοι εντόπισαν το κλειστό λιμάνι και τα ερείπια του οικισμού. Σήμερα το λιμάνι της περιοχής και οι εγκαταστάσεις του βρίσκονται στην ξηρά, μετά την ανύψωση της ακτής κατά 6 έως 9 μέτρα, πιθανότατα εξαιτίας του ισχυρού σεισμού του 365 μ.Χ. Ο επισκέπτης ερχόμενος στην αρχαία Φαλάσαρνα, μπορεί να επισκεφτεί το λιμάνι με τα εργαστήρια, τις αποβάθρες και τους οχυρωματικούς πύργους που έχουν διασωθεί, την ακρόπολη με τους δύο ναούς, τις δεξαμενές και τα δημόσια κτίρια καθώς και τα νεκροταφεία της πόλης.

Αρχαία Πολυρρηνία

Η αρχαία Πολυρρήνια βρίσκεται πολύ κοντά στο ομώνυμο, σύγχρονο χωριό του Κισσάμου. Η περιοχή κατοικήθηκε ήδη από τα προϊστορικά χρόνια, ενώ η αρχαία Πολυρρήνια πιστεύεται πως ιδρύθηκε γύρω στα 1.100 π.Χ. από Αχαιούς και Λάκωνες αποίκους. Το όνομά της προέρχεται από τις λέξεις ρήνεα (=πρόβατα) και πολύ, που παραπέμπει στην ενασχόληση των κατοίκων από αρχαιοτάτων χρόνων με την εκτροφή αρνιών.

Η αρχαία Πολυρρήνια αποτέλεσε μια από τις σημαντικότερες πόλεις της δυτικής Κρήτης, το αντίπαλον δέος της αρχαίας Κυδωνίας, την οποία μάλιστα κατατρόπωσε, μετά την απόφασή της να συμμαχήσει με τους Ρωμαίους και να μην προβάλει αντίσταση. Έτσι, η αρχαία Πολυρρήνια παρέμεινε μια από τις ελάχιστες περιοχές που δεν λεηλατήθηκαν και απέκτησε ηγετικό ρόλο μεταξύ των πόλεων επί Ρωμαιοκρατίας.

Η ακρόπολή της σώζεται σε ένα απόκρημνο βράχο λίγο έξω από το χωριό, σε υψόμετρο 418 μέτρων. Από αυτό το στρατηγικό σημείο, ο παρατηρητής έχει θέα προς το Λυβικό αλλά και το Κρητικό πέλαγος. Μέσα στο χωριό σώζονται αρκετά ερείπια της ελληνιστικής, ρωμαϊκής και βυζαντινής περιόδου, όπως το ρωμαϊκό υδραγωγείο, παλιά σπίτια και ενετικές καμάρες.

Κοντά στην ακρόπολη της αρχαίας Πολυρρήνιας βρέθηκαν τα ερείπια του ναού της Δικτύννης Αρτέμιδος, του σημαντικότερου ιερού της. Στο σημείο σήμερα βρίσκεται το ξωκλήσι των Αγίων Πατέρων, χτισμένο κατά μεγάλο μέρος από αρχαίο υλικό. Μέχρι την ακρόπολη μπορείτε να φτάσετε ακόμα και με τα πόδια, από έναν σύντομο αλλά ανηφορικό χωματόδρομο.

Αρχαία Ποικιλασσός

Η αρχαία Ποικιλασσός αποτελούσε βασική Ελληνική πόλη της Αρχαϊκής, Κλασσικής και Ελληνιστικής περιόδου στη δυτική Κρήτη. Η τοποθεσία της αρχαίας Ποικιλασσού, βρίσκεται στη θεση Βουκελάσι, στην έξοδο του φαραγγιού της Τρυπητής μεταξύ της Σούγιας και της Αγίας Ρούμελης. Η αρχαία Ποικιλασσός δεν ήταν αυτόνομη πόλη αλλά λειτουργούσε ως το βασικότερο λιμάνι της αρχαίας Ελύρου.

Η αρχαία Ποικιλασσός γνώρισε ιδιαίτερα μεγάλη ακμή μέχρι την περίοδο των Ελληνιστικών χρόνων. Σταδιακά κατά τα Ρωμαϊκά χρόνια και λόγω της παρακμής που βίωσε, ο οικισμός της εγκαταλείφτηκε και μεταφέρθηκε στην έξοδο του φαραγγιού της Τρυπητής.

Η επιρροή που ασκήθηκε στην περιοχή της αρχαίας Ποικιλασσού από μέλη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας εξηγείται και από επιγραφές αναφερόμενες σε ναό που ήταν αφιερωμένος στον Αιγύπτιο θεό Σέραπη. Ύστερα από μακροχρόνιες ανασκαφές στην αρχαία Ποικολασσό, ανακαλύφθηκαν επίσης και λαξευμένοι τάφοι στα βράχια.

Αργότερα, κατά τον 3ο αιώνα π.χ., η αρχαία Ποικιλασσός απετέλεσε μέλος της συμμαχίας των Ορείων, μαζί με τις αρχαίες πόλεις Λισσό, Τάρρα, Υρτακίνα και Έλυρο.

Κούλες Ποικιλασού (Βουκελάσι)

Ο Κούλες της Ποικιλασού βρίσκεται στην τοποθεσία Βουκελάσι πάνω από το επιβλητικό φαράγγι της Τρυπητής, στο σημείο που βρισκόταν η αρχαία Ποικιλασός. Αποτελεί έναν από τους πολλούς κουλέδες (αμυντικούς πύργους) που έκτισαν οι Οθωμανοί στα μέσα του 19ου αιώνα για την προστασία των ακτών των Σφακίων. Το φρούριο βρίσκεται σε κακή κατάσταση, αλλά σχετικά καλύτερα από άλλους κουλέδες των Σφακίων. Το Βουκελάσι ήλεγχε το πέρασμα προς τη Σούγια, αλλά κυρίως ήταν εκεί για να μεταφέρει τα μηνύματα από τον κούλε της Αγίας Ρουμέλης στη Σούγια.

Αρχαία Δίκτυννα

Η αρχαία Δίκτυννα αποτελεί έναν ιδιαίτερο αρχαιολογικό προορισμό στην Κρήτη. Βρίσκεται 45 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά από τα Χανιά, στο ανατολικό τμήμα του ακρωτηρίου Σπάθα και 23 χιλιόμετρα από το Κολυμπάρι.

Πρόκειται για το σπουδαιότερο κέντρο λατρείας στη δυτική Κρήτη, κατά την ελληνιστική και τη ρωμαϊκή περίοδο: στο σημείο υπήρχε ναός αφιερωμένος στην Αρτέμιδα Βριτόμαρτι, τη θεά και προστάτιδα του κυνηγιού. Η αρχαία Δίκτυννα ήταν το σημαντικότερο ιερό της θεάς που λατρευόταν και από τις δύο αρχαίες πόλεις της Κρήτης που βρισκόταν σε αέναη διαμάχη: την Κυδωνία στα Χανιά και την Πολυρρήνια στο Καστέλι.

Τα ερείπια του ναού που βλέπει ο επισκέπτης σήμερα στην αρχαία Δίκτυννα είναι του ρωμαϊκού οικοδομήματος, πάνω στο οποίο μάλιστα τον 9ο αιώνα είχε χτιστεί και χριστιανικό μοναστήρι, αφιερωμένο στον Άγιο Γεώργιο. Οι συνεχείς επιδρομές των πειρατών στο σημείο, που είναι παραθαλάσσιο κατέστρεψαν και τα δύο κτήρια.

Μια επίσκεψη στον αρχαιολογικό χώρο της αρχαίας Δίκτυννας, μπορεί να συνδυαστεί με μια βουτιά στην κοντινή απομονωμένη παραλία Μένιες, που αναφέρεται συχνά και ως Δίκτυννα.

Αρχαία Κάντανος

Η αρχαία Κάντανος των κλασικών χρόνων βρίσκεται νοτιότερα από το σημερινό ομώνυμο χωριό στα Χανιά της Κρήτης, κοντά στους οικισμούς Κάδρο, Σπανιάκο και Κάλαμο.

Το όνομα της αρχαίας Καντάνου προέρχεται από τη λέξη «Καντανία», η οποία ερμηνεύεται ως «πόλη της νίκης», σύμφωνα με κάποιους μελετητές, ενώ έχει διατυπωθεί και η άποψη πως η λέξη Κάντανος προέρχεται από το λήμμα «Κάντορες», που σημαίνει «οι κρατούντες». Στα πρωτοχριστιανικά χρόνια ήταν έδρα Επισκοπής της Κρήτης, ενώ η αρχαία Κάντανος εξακολούθησε να υπάρχει και κατά τη Βυζαντινή περίοδο.

Από τον αρχαιολόγο Θεοφανίδη ανασκάφηκε προπολεμικά στην αρχαία Κάντανο μεγάλο οικοδόμημα που κατασκευάστηκε κατά τη ρωμαϊκή εποχή και που σήμερα βρίσκεται στον αρχαιολογικό χώρο. Έχει πλευρά 30 μέτρων, με 900 τ.μ. δάπεδο στρωμένο με μωσαϊκά, με γραμμικά σχήματα, κύκλους και ρόμβους. Στο σημείο αυτό βρέθηκε και η βάση αγάλματος, που σύμφωνα με τους αρχαιολόγους ήταν αφιερωμένο στο Ρωμαίο αυτοκράτορα Σεπτίμιο Σεβήρο (193-211 π.Χ.).

Η αρχαία Κάντανος καταστράφηκε από τους Άραβες και δεν ανοικοδομήθηκε ποτέ.

Αρχαία Κυδωνία

Η αρχαία Κυδωνία βρισκόταν στη θέση της σημερινής σύγχρονης πόλης των Χανίων,,στο λόφο Καστέλι. Στη διάρκεια της Ρωμαϊκής εποχής αναπτύχθηκε σε ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα της Κρήτης και άκμασε μέχρι την ύστερη αρχαιότητα. Ήδη ο Όμηρος αναφέρει τους Κύδωνες ως μία από τις πέντε κρητικές φυλές ενώ και ο Στράβωνας αναφέρεται στην πόλη της αρχαίας Κυδωνίας, την οποία θεωρεί ως την τρίτη μεγαλύτερη στην Κρήτη.

Η ίδρυση της αρχαίας Κυδωνίας αποδίδεται σε Σάμιους, οι οποίοι εγκατέλειψαν το νησί τους το 524 π.Χ., όταν ο Πολυκράτης έγινε τύραννος εκεί. Η μυθολογική εκδοχή υποστηρίζει ότι ιδρυτής της είναι ο Κύδων, γιος του Μίνωα και της νύμφης Ακακκαλίδος. Οι αρχαίοι συγγραφείς θεωρούν την αρχαία Κυδωνία «μητέρα των άλλων κρητικών πόλεων».

Κατά τις ανασκαφές στην αρχαία Κυδωνία ανακαλύφθηκαν πολλοί τάφοι και πλούσια κεραμική διαφόρων περιόδων, κτερίσματα μυκηναϊκής εποχής, οικοδόμημα τύπου μινωικού μεγάρου, τοιχογραφίες υστερομινωικής περιόδου, πήλινες πινακίδες με γραμμική Γραφή Β´, αγάλματα ρωμαϊκής εποχής, ψηφιδωτό των ελληνιστικών χρόνων κ.ά.

Τα ευρήματα βεβαιώνουν ότι στην περιοχή της σημερινής πόλης είχε δημιουργηθεί σημαντικός οικισμός από τη νεολιθική εποχή, που με το πέρασμα των χιλιετηρίδων εξελίχθηκε στη μεταγενέστερη αρχαία Κυδωνία.

Σταδιακά η αρχαία Κυδωνία εξελίχθηκε στον σημαντικότερο οικισμό της Δυτικής Κρήτης και σπουδαίο λιμάνι.

Σήμερα το μεγαλύτερο μέρος της αρχαίας Κυδωνίας είναι θαμμένο κάτω από την σύγχρονη πόλη των Χανιών, ενώ τα ευρήματα από τις ανασκαφές εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων.

Αρχαία Άπτερα

Η σημαντικότατη αρχαία πόλη – κράτος αρχαία Άπτερα βρίσκεται νοτιοανατολικά του κόλπου της Σούδας, στα Χανιά.

Το όνομά της η αρχαία Άπτερα, σύμφωνα με το μύθο, το πήρε ύστερα από ένα μουσικό αγώνα μεταξύ των Σειρήνων και των Μουσών: οι Μούσες κέρδισαν και οι Σειρήνες ηττημένες έχασαν τα φτερά τους.

Η αρχαία Άπτερα αναφέρεται ήδη στις πινακίδες της Γραμμικής Β’ (14ος – 13ος αι. π.Χ.) και εξακολουθεί να ζει μέχρι και τον 7ο αι. μ.Χ., οπότε καταστρέφεται από ισχυρό σεισμό σε συνδυασμό με τις επιθέσεις των Σαρακηνών πειρατών.

Το τείχος της αρχαίας Άπτερας σώζεται σε μήκος περίπου τεσσάρων χιλιομέτρων. Κτίστηκε κατά τον 3ο αι. π.Χ. και η ισχυρή τοιχοποιία του φανερώνει τη μεγάλη ακμή της πόλης κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Στον αρχαιολογικό χώρο υπάρχουν ακόμα τα ερείπια μικρού ναού των κλασσικών χρόνων, θολωτές δεξαμενές της ρωμαϊκής εποχής καθώς και ένα μικρό θέατρο. Τα ευρήματα από τις ανασκαφές στην αρχαία Άπτερα εκτίθενται στο αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων.

Σε κεντρικό σημείο της αρχαίας Απτέρας ιδρύθηκε αργότερα η Μονή του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου που λειτουργούσε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960. Κοντά βρίσκονται επίσης το Παλαιόκαστρο και το φρούριο Ιτζεδίν στην τοποθεσία Καλάμι.

*To όνομα της πόλης αναφέρεται άλλοτε ως Άπτερα και άλλοτε ως Απτέρα.

About Author

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *