Πρώτη έξωθεν μαρτυρία για τη φρίκη του Γκουαντάναμο
γράφει η Βίκυ Καπετανοπούλου

Η ανεξάρτητη ερευνήτρια του ΟΗΕ, η Ιρλανδή Φιονούλα Νι Ολάιν, είναι ο πρώτος άνθρωπος στον οποίο επιτράπηκε να κάνει αυτοψία στη φυλακή-κολαστήριο των ΗΠΑ που βρίσκεται στη νοτιοανατολική Κούβα
Είναι η πρώτη ανεξάρτητη ερευνήτρια του ΟΗΕ στην οποία επιτράπηκε να κάνει αυτοψία στο κολαστήριο του Γκουαντάναμο στη νοτιοανατολική Κούβα· τη στρατιωτική φυλακή-όνειδος των ΗΠΑ, που κόπτονται, κατά τα λοιπά, για τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου από τις άλλες χώρες, στρουθοκαμηλίζουν όμως πάγια για τις δικές τους φρικαλέες παραβιάσεις κατά συρροή.
Η Ιρλανδή Φιονούλα Νι Ολάιν –καθηγήτρια Νομικής στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα και στο Πανεπιστήμιο Κουίνς στο Μπέλφαστ της Βόρειας Ιρλανδίας– πήρε πρωτοφανώς άδεια από την κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν και ταξίδεψε τον Φεβρουάριο μαζί με την ομάδα της στη διαβόητη φυλακή που εξακολουθεί να λειτουργεί 21 χρόνια μετά το εφιαλτικό άνοιγμά της το 2002 από την κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους τζούνιορ, στο πλαίσιο του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» που ακολούθησε τις πολύνεκρες επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001. Τη Δευτέρα η ερευνήτρια και ειδική εισηγήτρια των Ηνωμένων Εθνών παρουσίασε στην έδρα τους στη Νέα Υόρκη την 23σέλιδη έκθεσή της προς το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ.
«Παρατήρησα ότι, έπειτα από δύο δεκαετίες κράτησης, τα δεινά των έγκλειστων είναι βαθιά και συνεχόμενα», ανέφερε σε συνέντευξη Τύπου. «Κάθε ένας από τους κρατούμενους με τους οποίους συναντήθηκα ζει με τις ανεπούλωτες βλάβες που προκύπτουν από τις συστηματικές πρακτικές της απαγωγής, των βασανιστηρίων και της αυθαίρετης κράτησης».
Από περίπου 800 στο αποκορύφωμά τους, οι έγκλειστοι στο Γκουαντάναμο είναι σήμερα 30 και πολλοί από αυτούς, είπε η Νι Ολάιν, εμφανίζουν σημάδια «βαθιάς ψυχολογικής βλάβης και συντριβής, συμπεριλαμβανομένων της έντονης νευρικότητας, της ανημποριάς, της απελπισίας, του άγχους, της κατάθλιψης και της εξάρτησης». Ολα αυτά είναι απότοκα της σχεδόν αδιάκοπης παρακολούθησης, της απομόνωσης, της βίαιης απομάκρυνσης από τα κελιά, της άδικης επιβολής περιορισμών, της ελλειμματικής πρόσβασης και επικοινωνίας με τις οικογένειές τους.
Είναι η πρώτη έξωθεν μαρτυρία ανεξάρτητου ειδικού για τη ζοφερή κατάσταση των έγκλειστων και προκαλεί πραγματική ανατριχίλα, αν σκεφτεί κανείς ότι αυτοί οι άνθρωποι-ράκη «ζουν σε ένα περιβάλλον κράτησης χωρίς δίκη για κάποιους και χωρίς απαγγελία κατηγορίας για κάποιους άλλους, επί 21 χρόνια, κάνοντας απεργίες πείνας και υφιστάμενοι αναγκαστική σίτιση, αυτοτραυματισμούς, αυτοκτονικό ιδεασμό και επιταχυνόμενη γήρανση».
Συναντήθηκε και με κρατούμενους «υψηλής αξίας», όπως τους χαρακτηρίζουν οι ΗΠΑ, και με κρατούμενους «μη υψηλής αξίας». Οταν βρέθηκε μαζί τους πρόσωπο με πρόσωπο, η αντίδραση πολλών ήταν «εγκάρδια», σημείωσε η Νι Ολάιν, καθώς είχαν να δουν περισσότερο μια 20ετία κάποιον που δεν ήταν ούτε δικηγόρος ούτε σχετιζόταν με τη φυλακή.
Εξέφρασε «βαθιά ανησυχία» για το γεγονός ότι οι 19 από τους 30 άντρες δεν έχουν κατηγορηθεί ποτέ για κανένα αδίκημα. Η συνεχιζόμενη κράτηση ορισμένων «προκύπτει από την απροθυμία των [αμερικανικών] Αρχών να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες των βασανιστηρίων και των άλλων κακομεταχειρίσεων στις οποίες υποβλήθηκαν οι κρατούμενοι, και όχι από οποιαδήποτε διαρκή απειλή που πιστεύεται ότι συνιστούν».
Τόνισε δε πως η περίθαλψη και οι εγκαταστάσεις στο Γκουαντάναμο «δεν επαρκούν για να αντιμετωπίσουν τα πολύπλοκα και επείγοντα ζητήματα ψυχικής και σωματικής υγείας των κρατουμένων», που περιλαμβάνουν από μόνιμες αναπηρίες και εγκεφαλικές κακώσεις μέχρι χρόνιους πόνους, γαστρεντερικά και ουρολογικά προβλήματα.
«Το σύνολο όλων αυτών των πρακτικών και παραλείψεων […] ισοδυναμεί, κατά την εκτίμησή μου, με συνεχιζόμενη βάναυση, απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση υπό το διεθνές δίκαιο», κατήγγειλε η ερευνήτρια.
Επέκρινε, μάλιστα, τις ΗΠΑ επειδή απέτυχαν να εξασφαλίσουν εγγυήσεις για δίκαιη δίκη των έγκλειστων, τονίζοντας επανειλημμένα ότι απαγορεύεται να χρησιμοποιηθούν σε δικαστήριο πληροφορίες που αποκτήθηκαν με βασανιστήρια – κάτι που οι αμερικανικές Αρχές έχουν δεσμευτεί ότι δεν θα κάνουν, χωρίς να έχουν προχωρήσει όμως τις δίκες των ανθρώπων που τσάκισαν από κάθε πλευρά.
Εξ ου κι η Νι Ολάιν τις κατηγόρησε ότι «πρόδωσαν» το δικαίωμα για απόδοση δικαιοσύνης που έχουν τα θύματα των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου και οι οικογένειές τους. «Οι συστηματικές απαγωγές και τα βασανιστήρια σε πολλαπλές, ανάμεσά τους και μαύρες, τοποθεσίες [σ.σ. black sites – μυστικές φυλακές των ΗΠΑ σε διάφορες χώρες] και στη συνέχεια στον Κόλπο του Γκουαντάναμο στην Κούβα», υπογράμμισε, «αποτελούν το πιο σημαντικό εμπόδιο για την εκπλήρωση των δικαιωμάτων των θυμάτων στην απόδοση δικαιοσύνης και τη λογοδοσία».
Το κλείσιμο του κολαστηρίου «παραμένει προτεραιότητα», κατέληξε, επιδοκιμάζοντας πάντως την κυβέρνηση Μπάιντεν που της επέτρεψε να μεταβεί εκεί, δίνοντάς της πρόσβαση σε όλα όσα ζήτησε. Με επιστολή της, η Αμερικανίδα πρεσβευτής στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, Μισέλ Τέιλορ, τόνισε ότι οι ΗΠΑ δεν αποδέχονται όλα τα συμπεράσματα της έκθεσης της Νι Ολάιν. Οπως ο Μπαράκ Ομπάμα, έτσι κι ο Τζο Μπάιντεν έχει πει ότι θέλει να κλείσει τη φυλακή στο Γκουαντάναμο, χωρίς να το κάνει όμως πράξη.