Η κιθάρα του τραγουδάει ακόμα… Βίκτωρ Χάρα – δολοφονήθηκε σαν σήμερα το 1973 από την αμερικανοκίνητη χούντα του Πινοσέτ
από την Ελένη Μαρκάκη

“Η σιωπή και οι κραυγές θα είναι το τέλος του τραγουδιού μου…”
16 Σεπτέμβρη του 1973 δολοφονήθηκε από τους πραξικοπηματίες, o Χιλιανός τροβαδούρος Víctor Jara μετά από φριχτά βασανιστήρια. Στη συνέχεια το κατακρεουργημένο και χιλιοτρυπημένο από 44 σφαίρες κορμί του, πετάχτηκε σ’ ένα δρόμο του Σαντιάγο.
Το τελευταίο ποίημα του Victor Jara, που το έγραψε κρατούμενος στο Estadio Chile, λίγες μέρες πριν δολοφονηθεί:
Είμαστε πέντε χιλιάδες εδώ
σ’ αυτή τη μικρή γωνιά της πόλης.
Είμαστε πέντε χιλιάδες.
Πόσοι είμαστε συνολικά
στις πόλεις και σε ολόκληρη τη χώρα;
Μονάχα εδώ,
δέκα χιλιάδες χέρια που σπέρνουν
και λειτουργούν τα εργοστάσια.
Πόση ανθρωπότητα
με πείνα, κρύο, πανικό, πόνο,
πίεση ηθική, τρομοκρατία και τρέλα.
Έξι από τους ανθρώπους μας χάθηκαν
στ’ αστέρια
Ένας νεκρός, χτυπημένος όπως ποτέ δεν πίστευα
πως θα μπορούσε να χτυπηθεί ένας άνθρωπος.
Άλλοι τέσσερις θέλησαν να τερματίσουν τον τρόμο τους
μ’ ένα άλμα στο κενό,
άλλος χτυπώντας το κεφάλι του σ’ έναν τοίχο,
όμως όλοι με το βλέμμα τους σταθερά στο θάνατο.
Τι τρόμο προκαλεί το πρόσωπο του φασισμού!
Εκτελούν τα σχέδιά τους με πανούργα ακρίβεια
χωρίς να νοιάζονται για τίποτα
Το αίμα γι’ αυτούς είναι μετάλλια.
Η δολοφονία πράξη ηρωισμού.
Αυτός είναι ο κόσμος που δημιούργησες, Θεέ μου;
Γι’ αυτό οι επτά μέρες θαύματος και δουλειάς;
Σ’ αυτούς τους τέσσερις τοίχους υπάρχει μόνο ένας αριθμός
που δεν εξελίσσεται
που σιγά-σιγά θα επιθυμεί όλο και περισσότερο το θάνατο.
Αλλά ξαφνικά η συνείδησή μου ξυπνά
και βλέπω αυτή την παλίρροια χωρίς καρδιοχτύπι
και βλέπω τον παλμό των μηχανών
και το στρατό να δείχνει το πρόσωπο του
γεμάτο γλυκύτητα
Και το Μεξικό, η Κούβα και ο κόσμος;
Φωνάζουν μ’ αγανάκτηση!
Είμαστε δέκα χιλιάδες χέρια
που δεν μπορούν να παράγουν.
Πόσοι είμαστε σε ολόκληρη τη χώρα;
Το αίμα του συναδέλφου Προέδρου
χτυπάει πιο δυνατά από τις βόμβες και τα θραύσματα
Αυτό θα χτυπήσει ξανά τη γροθιά μας.
Victor Jara
Την ίδια μέρα του πραξικοπήματος συλλαμβάνεται ο Βίκτορ Χάρα. Τα φλογερά του «όπλα», οι στίχοι, η φωνή, η κιθάρα του είναι απειλή για τους πραξικοπηματίες. Κρατείται σε μυστικές φυλακές, για πέντε μέρες, χωρίς νερό και τροφή και βασανίζεται χωρίς να λυγίσει στιγμή, όπως ανέφεραν αργότερα σύντροφοί του που σώθηκαν. «Θέλησαν να ξεφύγουν από όλους τους φόβους τους, ένας βουτώντας στο κενό, άλλος χτυπώντας το κεφάλι του στον τοίχο όλοι, με το βλέμμα καρφωμένο στο θάνατο…», έγραφε…
Στη συνέχεια, μεταφέρεται μαζί με άλλους στο Στάδιο του Σαντιάγο. Στις 16 Σεπτέμβρη, εκεί που λίγο καιρό πριν τραγουδούσε για το λαό της Χιλής, δολοφονείται, αφού νωρίτερα έχει υποβληθεί σε φρικτά βασανιστήρια.
Στις 18 Σεπτέμβρη, μια εβδομάδα μετά το πραξικόπημα, η γυναίκα του Τζόαν αναγνωρίζει ανάμεσα σε εκατοντάδες πτωμάτων το νεκρό σώμα του. Εκτός από τα σημάδια που είχαν αφήσει οι σφαίρες, υπάρχουν και τα σημάδια του βασανισμού του. Τα χέρια του λατρεμένου Χιλιανού τραγουδιστή είναι «σε μια ανώμαλη στάση» με θρυμματισμένες τις παλάμες του. Στις τσέπες του, σ’ ένα κομμάτι χαρτί, ένα μισοτελειωμένο ποίημα…«Η σιωπή και οι κραυγές θα είναι το τέλος του τραγουδιού μου…».